Σύνταξη άρθρου: Κωνσταντίνος Μιαρίτης

Επιμέλεια άρθρου: Κωνσταντίνος Ουρανός

Περιφορά Γκαμήλας στις γειτονιές της αποκριάτικης Αθήνας

Οι Απόκριες στην Αθήνα υπήρχαν ανέκαθεν ως μια μορφή γιορτής. Οι αρχαίοι Αθηναίοι μαζεύονταν στους στύλους του Ολυμπίου Διός, για να δοξάσουν και να τιμήσουν μέσω τελετουργιών τον θεό Διόνυσο. Μετά την επανάσταση του 1821, οι ελεύθεροι πλέον Αθηναίοι ακριβώς εκεί συγκεντρώνονταν για να διασκεδάσουν, να γλεντήσουν και να σατιρίσουν την κοινωνική και πολιτική κατάσταση της χώρας, να κάνουν τα Κούλουμα. Μια συνήθεια που διατηρήθηκε μέχρι και τους δύο παγκοσμίους πολέμους. Σε αυτό το χρονικό διάστημα της Ιστορίας θα επικεντρωθούμε στο παρόν άρθρο.

Η παλιά Αθήνα

Στολισμένη άμαξα, 1900 (Φωτογραφικό αρχείο ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ)

Τι είναι όμως η παλιά Αθήνα; Όταν μιλάμε για την παλιά Αθήνα, την Αθήνα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, την Αθήνα της οικοδόμησης και της αίγλης, εννοείται χονδρικά η Αθήνα από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα. Η Αθήνα, μετά την Επανάσταση και πριν τους παγκόσμιους πολέμους. Και όσον αφορά στις Απόκριες, η πρώιμη σύγχρονη ιστορία του εορτασμού τους ξεκίνησε τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Μια εκλεγμένη τότε επιτροπή διοργάνωσης, το λεγόμενο «Κομιτάτο της Αποκρηάς» με επικεφαλής τον δήμαρχο αναλάμβανε να οργανώσει τον εορτασμό και τις εκδηλώσεις. Με την έναρξη των καρναβαλικών εκδηλώσεων οι Αθηναίοι και οι γύρω συντοπίτες, που συνέρρεαν από τα προάστεια, μαζεύονταν και ξεχύνονταν στους δρόμους της πόλης μεταμφιεσμένοι και διασκέδαζαν με γέλια και χορούς μέχρι το πρωί.

Μεταμφιέσεις και στολές

Πρωταγωνιστές ήταν κυρίως οι άνδρες με τις γυναίκες να μένουν στα σπίτια, με εξαίρεση τις κυρίες της καλής κοινωνίας, της βασιλικής οικογένειας και κάποιες τολμηρές από τις υπόλοιπες κοινωνικές τάξεις.

Άρμα παρέλασης, Οι πρώην ταραμοπώλαι εις Αθήνας, (Φωτογραφικό αρχείο οικογένειας Λαμπάκη)

Κατά την οθωμανική και την πρώιμη οθωνική Αθήνα, οι άνδρες ιδιαίτερα τις Κυριακές της Αποκριάς έβγαιναν στους δρόμους για ξεφάντωμα και έντονο γλέντι. Επηρεασμένοι από την αγροτική ζωή, έφτιαχναν στολές που αποτελούνταν κυρίως από τομάρια ζώων, φουστανέλλες και γενικώς στοιχεία από την παραδοσιακή στολή. Μεταμφίεση σε γυναίκες και αρχαιοελληνικά ενδύματα ήταν επίσης από τις κορυφαίες επιλογές. Το βάψιμο του προσώπου με καρβουνόσκονη και οι αυτοσχέδιες μάσκες ήταν αξεσουάρ που απαραίτητα ολοκλήρωναν τα μασκαρέματα.

Ταράματα, είδωλα και ξόανα

Άρμα παρέλασης, 1887, (Φωτογραφικό αρχείο οικογένειας Λαμπάκη)

Οι παραπάνω όροι χρησιμοποιούνταν για  να περιγράψουν δρώμενα και μασκαράδες κατά την οθωμανική και οθωνική Αθήνα. Τα «Ταράματα» ήταν άνδρες μουτζουρωμένοι και τυλιγμένοι με τομάρια ζώων, που έτρεχαν στους δρόμους τρομάζοντας με χαρά τον κόσμο, σαν δαιμόνια. Ως «Είδωλα» χαρακτηρίζονταν αυτοί που μασκαρεύονταν φορώντας απαραιτήτως μάσκα. Ο όρος είδωλα έχει ρίζες στην καταδίκη των εορτασμών της Αποκριάς από την Εκκλησία ως ειδωλολατρική αναπαράσταση. Τα «Ξόανα» είναι η πρώτη μορφή αυτών που σήμερα αποκαλούμε άρματα στα καρναβάλια. Πρόκειται για ξύλινα ανδρείκελα που αναπαρήγαγαν μορφές και σκηνές από την καθημερινή ζωή και έκαναν τον γύρο της πόλης κατά την Αποκριά. Παραδοσιακά έκανε την παρουσία της η «Γκαμήλα», μια ψηλή κατασκευή από παλιά ξύλα, τομάρια, κουρελούδες και κουρέλια, η οποία είχε τη γενική μορφή της γκαμήλας. Κάτω από την κατασκευή έμπαιναν παιδιά και καρναβαλιστές και, αφού τη «ζωντάνευαν», τη περιέφεραν στους δρόμους της πόλης πειράζοντας και τρομάζοντας τον κόσμο που γιόρταζε.

Η εξέλιξη της Αποκριάς στην παλιά Αθήνα

Μασκαρεμένα παιδιά, (Φωτογραφικό αρχείο Μουσείου Μπενάκη)

Κατά την οθωνική και νεότερη Αθήνα, το κλίμα παρέμεινε το ίδιο, ωστόσο οι Αθηναίοι ενέταξαν ως κύριο χαρακτηριστικό της Αποκριάς, τη σάτιρα, κοινωνική και πολιτική, ελληνικών και παγκοσμίων γεγονότων. Επηρεασμένες από τα νέα ήθη της Δυτικής Ευρώπης, οι στολές πλέον έφεραν άλλον αέρα με συνδυασμό ελληνικών παραδοσιακών και νέων ευρωπαϊκών στοιχείων. Άνδρες έτρεχαν στους δρόμους μασκαρεμένοι ως Φράγκοι, Βενετσιάνοι, μεσαιωνικοί ιππότες, αρχαίοι Έλληνες και πολεμιστές της Επανάστασης του 1821. Επίσης ως γυναίκες, κάθε λογής τεχνίτες και επαγγελματίες αλλά «παρίσταναν» ακόμη και ντόπιους και ευρωπαίους πολιτικούς. Μιμούνταν τη μορφή όποιου σημαντικού προσώπου ήθελαν να σατιρήσουν και τον υποδύονταν. Πιο διαδεδομένες ήταν οι στολές του πιερότου, του ντόμινο και του κλόουν που ήταν πιο ουδέτερες και στα δύο φύλα. Οι στολές ήταν αυτοσχέδιες ή τις νοίκιαζαν από καταστήματα και θέατρα.

Η ταξική κοινωνική στρωμάτωση ήταν προφανής. Οι οικονομικά πιο επιφανείς και ισχυροί ντύνονταν με πιο περίτεχνες και από πλούσια υφάσματα στολές και αξεσουάρ και επέλεγαν να αναπαράγουν πιο διάσημους και επιφανείς ήρωες και χαρακτήρες της ιστορίας, ενώ η μικροαστική τάξη επέλεγε πιο καθημερινούς και οικείους ρόλους που τους έντυναν με κουρέλια, παλιόρουχα, φθηνά υφάσματα και υλικά που είχαν άμεση πρόσβαση. Οι αγροτικοί πληθυσμοί έμεναν σαφώς πιο πιστοί στην Παράδοση.

Ο ρόλος της γυναίκας στις Απόκριες της παλιάς Αθήνας

Γυναίκες της εποχής παρακολουθούν τις αποκριάτικες εκδηλώσεις από το μπαλκόνι, 1900, (Φωτογραφικό αρχείο ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ)

Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, οι γυναίκες απουσιάζουν από τον εορτασμό της Αποκριάς στην Αθήνα. Η παραδοσιακή  πατριαρχική ελληνική κοινωνία διαφοροποιούσε την κοινωνικότητα στα δύο φύλα. Η γυναίκα έμενε στο σπίτι αποκομμένη από τα κοινά και πέρα από τα οικογενειακά μέλη δεν της επιτρέπονταν άλλες κοινωνικές συναναστροφές. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα η γυναίκα επιτρεπόταν να παρακολουθεί τα θεάματα της Αποκριάς από το παράθυρο, το μπαλκόνι ή στο όριο της εξώπορτας, χωρίς να συμμετέχει. Με την έλευση του νέου αιώνα και των προχωρημένων ευρωπαϊκών αντιλήψεων για τη θέση της γυναίκας, οι γυναίκες αμέσως απέκτησαν ενεργό ρόλο. Αρχικά συμμετείχαν σε κλειστές συναθροίσεις και σε χορούς (τα λεγόμενα μπαλ μασκέ) και έπειτα ως ενεργά μέλη επιτροπών για το Καρναβάλι, ως συνοδευμένες, μεταμφιέζονταν, πιο καλαίσθητα από τους άνδρες, και έβγαιναν στους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας. Ντυμένες ως ντόμινο, αρλεκίνοι, πιερότοι, βενετσιάνες με όμορφα φορέματα και πάντα μάσκες. Συχνά μεταμφιεσμένες ως άνδρες για να σατιρίσουν το άλλο φύλο ή με παραδοσιακές στολές για να προσποιηθούν τις χωριατοπούλες, αν ήταν αστές, ή ως μαρκησίες και κολομπίνες. Από το μηδέν μέσα σε δύο δεκαετίες κατάφεραν να κερδίσουν τις εντυπώσεις και μια μόνιμη νέα κοινωνική θέση.

Ο πίνακας του Νικολάου Γύζη

Μία από τις σημαντικότερες αναφορές στην παλιά «Αποκρηά», που έχει σωθεί στο πέρασμα του χρόνου, αποτελεί ο πίνακας του Έλληνα ζωγράφου Νικολάου Γύζη. Πρόκειται για μια ελαιογραφία σε μουσαμά του 1892. Απεικονίζεται μια παραδοσιακή οικογένεια της αστικής τάξης καθισμένη γύρω από το τραπέζι. Όλοι απολαμβάνουν γλυκά και να διασκεδάζουν καθώς ξαφνικά εισβάλουν στο σπίτι μασκαράδες, να τους τρομάξουν. Γέλια, τρόμος στα βλέμματα των παιδιών, μπαλόνια και μάσκες συμπληρώνουν τον πίνακα. Οι μασκαράδες είναι μεταμφιεσμένοι σε δαιμόνια, τυλιγμένοι με τομάρια ζώων και βαμμένοι τρομακτικά, ενώ στο βάθος παρατηρείται κι ένας, ντυμένος πιερότος. Τα έντονα βλέμματα και η μίξη του παραδοσιακού με το ευρωπαϊκό στοιχείο, παλιό και νέο, χαρακτηρίζουν αυτόν τον τόσο διάσημο πίνακα του Νικολάου Γύζη.

Λίγα λόγια για το τέλος…

Οι Απόκριες αποτελούν παραδοσιακά μέχρι και σήμερα μια από τις σημαντικότερες εκδηλώσεις διασκέδασης στην Αθήνα. Ανάλογα με την κοινωνική κατάσταση, οι εορτασμοί λαμβάνουν διαφορετικό χαρακτήρα. Στην αρχαία Αθήνα ήταν θρησκευτική γιορτή, στη νεότερη Αθήνα μια μορφή κοινωνικού σχολιασμού και σάτιρας μέσα από την πανάρχαιη παγανιστική πράξη της παρενδυσίας. Σήμερα  αποτελεί μια ακόμη ευκαιρία εκτεταμένης διασκέδασης και απόδρασης από την έντονη καθημερινότητα. Στην παλιά Αθήνα επέλεγαν να σατιρίσουν την πολιτική και κοινωνική κατάσταση και τα πρόσωπα της εποχής. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα, σε μικρότερο βαθμό και όχι τόσο στις μεταμφιέσεις, όσο στα μεγαλειώδη σατιρική άρματα, τα λεγόμενα «Ξόανα» στην παλιά Αθήνα.

Ο στόχος ήταν και παραμένει ο ίδιος, η κοινωνική ισότητα στη διασκέδαση και στη χαρά.

 

Πηγές

-Ποταμιάνος Νίκος (2020). Της αναιδείας θεάματα. Κοινωνική ιστορία της Αποκριάς στην Αθήνα, 1800-1940. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

-Λιδωρίκης Μίλτος (2017). Έζησα την Αθήνα της Μπελ Επόκ. Εκδόσεις Polaris.

 

Ηλ.Ταχ.: [email protected]

Μαριάνθη Ζαχαράκη

Σχεδιάστρια Μόδας

 

Κωνσταντίνος Μιαρίτης

Μοντελίστ – Πατρονίστ