Σύνταξη άρθρου: Αγάθη Πατσιούδη

Επιμέλεια άρθρου: Κωνσταντίνος Ουρανός

Η νοητική αναπηρία, γνωστή ευρύτερα και ως νοητική υστέρηση, προσβάλλει το 1% περίπου του γενικού πληθυσμού και, μάλιστα, περισσότερο τα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια. Το ποσοστό αυτό καταδεικνύει τη συχνότητα εμφάνισης της κατάστασης αυτής, μεταξύ άλλων, και στις τάξεις των παιδιών και των εφήβων. Υπάρχει, λοιπόν, ένας σημαντικός αριθμός μαθητών, που ανήκει στα άτομα με νοητική αναπηρία και, ως εκ τούτου, χρήζει ειδικής αγωγής και εκπαιδευτικής υποστήριξης. Στο άρθρο αυτό, θα παρουσιάσουμε το προφίλ των μαθητών με νοητική αναπηρία, καθώς και τον τρόπο που τα παιδιά αυτά μπορούν, με την κατάλληλη ειδική εκπαιδευτική παρέμβαση, να αναπτύξουν κατά το μέγιστο δυνατόν τις δυνατότητές τους, ώστε να συμμετέχουν στις δραστηριότητες της καθημερινότητάς τους και του κοινωνικού τους περίγυρου. Αυτός άλλωστε είναι και ο πρωταρχικός σκοπός της αγωγής για κάθε παιδί, με ή χωρίς ειδικές ανάγκες.

Ορισμός

Σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση για τις Διανοητικές και Αναπτυξιακές Αναπηρίες (American Association on Intellectual and Developmental Disabilities/A.A.I.D.D), η νοητική αναπηρία (νοητική υστέρηση) αφορά σε σημαντικούς περιορισμούς στην τρέχουσα λειτουργικότητα του ατόμου, οι οποίοι εκδηλώνονται πριν από την ηλικία των 18 ετών. Συγκεκριμένα, οι λειτουργίες του ατόμου παρουσιάζονται σημαντικά μειωμένες σε δύο ή περισσότερους εκ των εξής τομέων του βίου: της αυτονομίας και της αυτοεξυπηρέτησης στο σπίτι και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, της υγείας, της φροντίδας της ατομικής υγιεινής, της ασφάλειας, των κοινωνικών δεξιοτήτων και της κοινωνικής προσαρμογής, της επικοινωνίας, της αξιοποίησης των κοινοτικών παροχών και υπηρεσιών, της ικανότητας για μάθηση, της λειτουργικής και ακαδημαϊκής αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου και της εργασίας.

Ο όρος νοητική αναπηρία αντικαθιστά πλέον στη διεθνή βιβλιογραφία τον όρο νοητική υστέρηση! Η υιοθέτηση του όρου αυτού αντανακλά την αναγνώριση από την παγκόσμια επιστημονική και παιδαγωγική κοινότητα του δικαιώματος των αναπήρων για ίσες ευκαιρίες στην ολοκλήρωση και στην αυτοπραγμάτωση. Οι σύγχρονες δε προσπάθειες της επιστήμης της Ειδικής Αγωγής προσανατολίζονται πλέον στην ενσωμάτωση των αναπήρων. Οι άνθρωποι αυτοί, μέσω της εκπαίδευσης, αποκτούν τις γνωστικές, επαγγελματικές και κοινωνικές δεξιότητες εκείνες, που θα τους επιτρέψουν τον όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας στη ζωή τους.

 

Αιτιολογία

Η νοητική αναπηρία είναι αποτέλεσμα γενετικών-βιολογικών ή περιβαλλοντικών παραγόντων ή ακόμα και συνδυασμού τους.

Στους γενετικούς-βιολογικούς παράγοντες συγκαταλέγονται:

  • οι μονογονιδιακές-χρωμοσωμικές ανωμαλίες,
  • οι εγγενείς διαταραχές του μεταβολισμού.

Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες αφορούν σε:

  • μολυσματικές ασθένειες,
  • εμβρυακό σύνδρομο του αλκοόλ,
  • ιούς,
  • δηλητηριάσεις μολύβδου,
  • επιπλοκές κατά τη διάρκεια της κύησης, του τοκετού και της παιδικής ηλικίας (π.χ. υποσιτισμός της εγκύου ή του παιδιού, ακτινοβολίες, τραυματισμοί κ.ά.).

Κατηγορίες μαθητών με νοητική αναπηρία

Οι μαθητές, ανάλογα με τον βαθμό της νοητικής τους αναπηρίας, ανήκουν σε μία από τις εξής κατηγορίες:

  • Μαθητές με ελαφριά νοητική αναπηρία. Οι μαθητές αυτοί, παρά τη μικρή καθυστέρηση που εμφανίζουν στις αντιληπτικές και στις κινητικές τους ικανότητες, μπορούν να ενσωματωθούν στην κοινωνία ως ενήλικες και να αποκατασταθούν επαγγελματικά.
  • Μαθητές με μέτρια νοητική αναπηρία. Τα παιδιά αυτά είναι σε θέση να αποκτήσουν τις στοιχειώδεις σχολικές και κοινωνικές δεξιότητες που χρειάζονται, ώστε να ενταχθούν σε ικανοποιητικό βαθμό στην κοινωνία. Μπορούν, ακόμα, να εργαστούν ως ανειδίκευτοι ή ημιειδικευμένοι εργάτες.
  • Μαθητές με σοβαρή νοητική αναπηρία. Οι μαθητές αυτοί χαρακτηρίζονται από σοβαρές μειονεξίες, φτωχή ομιλία και ανεπαρκείς κοινωνικές δεξιότητες. Επιτυγχάνουν να αυτοεξυπηρετούνται μερικώς, ενώ είναι απαραίτητη η εποπτεία τους κατά την ενήλικη ζωή τους. Μπορούν να εργαστούν σε προστατευόμενο εργαστήρι, ασχολούμενοι με απλές, επαναλαμβανόμενες εργασίες.
  • Μαθητές με βαριά νοητική αναπηρία. Τα παιδιά αυτά χαρακτηρίζονται από ολική γλωσσική και κινητική υστέρηση. Απαραίτητη για την επιβίωσή τους κρίνεται η συνεχής κοινωνική και ιατρική φροντίδα. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα, που καταρτίζονται για τους μαθητές αυτούς, στοχεύουν στην κοινωνική προσαρμογή τους σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον.

 

Χαρακτηριστικά που σχετίζονται με τη μαθησιακή διαδικασία

Οι μαθητές με νοητική αναπηρία παρουσιάζουν μειωμένες γνωστικές δεξιότητες και, σε πολλές περιπτώσεις, μειωμένο ενδιαφέρον για μάθηση. Το σύνολο των ατόμων που εμπλέκονται στην εκπαίδευσή τους (εκπαιδευτικοί, ειδικοί επιστήμονες και επαγγελματίες, γονείς) είναι σημαντικότατο να κατανοήσουν ποια είναι τα χαρακτηριστικά εκείνα, τα οποία εμποδίζουν τα παιδιά αυτά να μάθουν, αλλά και να ενδιαφερθούν για τη μάθηση. Μόνο τότε θα μπορέσουν πραγματικά να βοηθήσουν, τόσο σε επίπεδο μαθησιακής διαδικασίας όσο και μαθησιακού αποτελέσματος. Πρέπει, εν ολίγοις, να καταλάβουν τον τρόπο με τον οποίον οι μαθητές αυτοί σκέφτονται, πώς επεξεργάζονται τις πληροφορίες και πώς βιώνουν τις μικρές και μεγάλες αποτυχίες, που, δυστυχώς, αρχίζουν γι’ αυτούς από πολύ μικρή ηλικία:

  • Τα παιδιά με νοητική αναπηρία μπορούν να αντιληφθούν μία κατάσταση (ερέθισμα/πρόβλημα), αλλά αδυνατούν να δώσουν τη δέουσα προσοχή στις λεπτομέρειες που αφορούν σ’ αυτήν.
  • Μπορούν να σκεφτούν, αλλά η ικανότητά τους να οργανώσουν τις πληροφορίες για να παράγουν σκέψη έχει περιορισμένη δυναμική.
  • Συνήθως, ο τρόπος που επιλέγουν να αντιδράσουν είναι ο λανθασμένος, παρότι έχουν ξεκάθαρα δυνατότητα αντίδρασης.
  • Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην κατανόηση και στη χρήση της γλώσσας δυσχεραίνουν τη γνωστική, κοινωνική και συμπεριφορική ανάπτυξή τους.
  • Η μνήμη τους, ιδιαίτερα η βραχυπρόθεσμη, είναι φανερά περιορισμένη και γι’ αυτό οι πολλές πρόβες τα βοηθούν να μάθουν καλύτερα.
  • Τέλος, οι αποτυχίες τους στο σπίτι και στο σχολείο έχουν κλονίσει το ενδιαφέρον τους για μάθηση. Θέλοντας να αποφύγουν με κάθε τρόπο μια νέα αποτυχία, παύουν να αγωνίζονται για την επιτυχία. Συνήθως, περιμένουν πως θα αποτύχουν, γι΄αυτό αντιδρούν παθητικά («δεν μπορώ», «δεν ξέρω»), αποφεύγουν με κάθε τρόπο πάσης φύσεως «δύσκολες καταστάσεις», γίνονται αμυντικά και επινοούν πολλών ειδών δικαιολογίες («πονάει το κεφάλι μου», «φοβάμαι»), αντιδρούν επιθετικά απέναντι στην «απειλητική/επικίνδυνη κατάσταση» (κλοτσούν, δαγκώνουν, βρίζουν κ.τλ.).

Εκπαιδευτική Παρέμβαση

α) Το μαθησιακό περιβάλλον

Οι γνωστότερες ειδικές εκπαιδευτικές μονάδες για παιδιά με ελαφριά και μέτρια νοητική αναπηρία είναι το Ειδικό Σχολείο και το Τμήμα Ένταξης (Τ.Ε.).  Τα δε παιδιά με σοβαρή νοητική αναπηρία παρακολουθούν, στις περισσότερες περιπτώσεις, τάξεις μαθητείας σε κάποιο ειδικό επαγγελματικό ή καλλιτεχνικό εργαστήρι. Ως μαθητές του Ειδικού Σχολείου ή του Τ.Ε., τα παιδιά διδάσκονται μαθήματα που προσφέρονται στο γενικό σχολείο, διαποτισμένα ωστόσο κατά το μέγιστο με βιοπρακτικά θέματα. Η μεγαλύτερη έμφαση κατά τη δόμηση του σχολικού προγράμματος δίνεται στην καλλιέργεια των κοινωνικών δεξιοτήτων, στη διδασκαλία των βασικών σχολικών γνώσεων και, στην ανώτερη πλέον βαθμίδα, στον επαγγελματικό προσανατολισμό και στην επαγγελματική κατάρτιση. Το υγιές μαθησιακό περιβάλλον δομείται με την κατάρτιση του προγράμματος σπουδών και τον καθορισμό των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων προς επίτευξη. Επιπλέον, υποστηρίζεται με την προσαρμογή της διδασκαλίας (στρατηγικές, τεχνικές, μέσα και υλικά) στις ανάγκες των μαθητών. Τέλος, βελτιστοποιείται με τη δημιουργία του κατάλληλου σχολικού κλίματος (παιδαγωγικές, φιλικές, διαπροσωπικές συνθήκες), ώστε να αναπτύξουν οι μαθητές τις κοινωνικές και ακαδημαϊκές τους δεξιότητες, στον μέγιστο δυνατό βαθμό.

β) Οι άξονες δόμησης των μαθησιακών στόχων

Όσον αφορά στους μαθησιακούς στόχους που θέτουμε για τους μαθητές με νοητική αναπηρία, εστιάζουμε στους εξής τομείς:

  • Να ανεξαρτητοποιηθούν ως προς τις προσωπικές τους ανάγκες και να είναι ικανοί να αυτοεξυπηρετούνται.
  • Να αποκτήσουν αυτοέλεγχο και σεβασμό προς τους άλλους και να συμμετέχουν στην ομαδική ζωή.
  • Να αναπτύξουν τη γλωσσική τους ικανότητα, ώστε να είναι σε θέση να επικοινωνούν με τον περίγυρό τους.
  • Να κατακτήσουν, στο μέτρο των δυνατοτήτων τους, τις βασικές σχολικές δεξιότητες.
  • Να χρησιμοποιούν στον ανώτατο δυνατό βαθμό τις αισθήσεις και την αντιληπτική τους ικανότητα, προκειμένου να γνωρίσουν το φυσικό και κοινωνικό τους περιβάλλον και να προσαρμοστούν σε αυτό.
  • Να μάθουν να χειρίζονται τόσο την κινητικότητά τους (χέρια, πόδια) όσο και διάφορα μέσα και υλικά, καθώς έτσι θα καλλιεργήσουν συνήθειες ωφέλιμες στο πεδίο της απασχόλησης/εργασίας.

 

Επίλογος 

Τα νοητικά ανάπηρα παιδιά, πέρα από τις ειδικές ανάγκες τους, έχουν, όπως και τα τυπικά παιδιά, την ανάγκη να εξελιχθούν γνωστικά, να μάθουν, να βιώσουν επιτυχίες, να ενταχθούν κοινωνικά και συναισθηματικά στον περίγυρό τους. Οι δάσκαλοί τους, λοιπόν, οφείλουν να τους προσφέρουν εμπειρίες, που να απορρέουν από τα ενδιαφέροντά τους και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Να αναγνωρίζουν τη σπουδαιότητα του ρόλου των γονέων στην εκπαίδευση των παιδιών τους, να ενθαρρύνουν και να επιδιώκουν με κάθε τρόπο τη συνεργασία μεταξύ σχολείου και οικογένειας. Να καταρτίζουν διδακτικά προγράμματα, που να βοηθούν τους μαθητές να εκτιμήσουν αυτό που είναι και που μπορούν να πετύχουν και όχι να σκέφτονται αυτό που δεν είναι και δεν μπορούν να πετύχουν. Να επιλέγουν, να οργανώνουν και να επεξεργάζονται τη διδακτική ύλη με γνώμονα τα βιώματα των παιδιών και τις πραγματικές καταστάσεις και δραστηριότητες της καθημερινότητάς τους. Τέλος, να υιοθετούν μιαν άποψη παιδείας, που να αγκαλιάζει τη φυσική, πνευματική, κοινωνική, ηθική και προσωπική ανάπτυξη και αυτονομία των μαθητών τους. Και αυτό, πιστέψτε μας, είναι το σπουδαιότερο επίτευγμα για έναν δάσκαλο!

 

Πηγές

Αμερικανική Ένωση για τις Διανοητικές και Αναπτυξιακές Αναπηρίες (American Association on Intellectual and Developmental Disabilities/A.A.I.D.D)

Δελλασούδας, Λ. Γ.(2006). Εισαγωγή στην Ειδική Παιδαγωγική: Ποιότητα ζωής ατόμων με αναπηρία (Τόμος Δ’).Αθήνα: Αυτοέκδοση.

Δελλασούδας, Λ. Γ.(2005). Εισαγωγή στην Ειδική Παιδαγωγική: Σχολική Ένταξη μαθητών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες (Τόμος Α’). Αθήνα: Αυτοέκδοση.

Δράκος, Γ. Δ. (2011). Σύγχρονα Θέματα της Ειδικής Παιδαγωγικής. Αθήνα: Διάδραση.

Πολυχρονοπούλου, Σ. (2008). Παιδιά και Έφηβοι με Ειδικές Ανάγκες και Ικανότητες: Σύγχρονες τάσεις εκπαίδευσης και ειδικής υποστήριξης. Αθήνα: Αυτοέκδοση.

 

 

Ηλ. Ταχ.: [email protected]

Κωνσταντίνος Ουρανός

Δάσκαλος

 

Ιωάννα Ασυλογιστάκη

Δασκάλα

 

Τάσσος Κυρίκος

Μαθηματικός

 

Αγάθη Πατσιούδη

Δασκάλα – Ειδική δασκάλα επί των Διαταραχών Λόγου

 

Χριστίνα-Μαρίνα Κακλαμάνη

Νηπιαγωγός