Σύνταξη άρθρου: Ευθύμης Κυρίκος

Επιμέλεια άρθρου: Κωνσταντίνος Ουρανός

Η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία είναι μια από τις πιο σημαντικές και πρωτοπόρες. Οι γαλλικές εταιρείες συνέβαλαν τα μέγιστα στη δημιουργία και την εξέλιξη του σύγχρονου αυτοκινήτου τόσο μηχανολογικά, όσο και σχεδιαστικά. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο πως μερικά από τα πιο ιδιαίτερα σχεδιαστικά οχήματα ανήκουν σε γαλλικές βιομηχανίες. Η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία έχει κατασκευάσει τόσο πολυτελή και πρωτότυπα αυτοκίνητα όσο και μικρά αυτοκίνητα πόλης πρακτικά και οικονομικά. Στην Ελλάδα τα γαλλικά αυτοκίνητα ήταν αρκετά δημοφιλή για πολλές δεκαετίες καθώς ήταν αρκετά καλά σε συμπεριφορά στον δρόμο, άνετα, όμορφα και φθηνά. Ως εκ τούτου διατηρούνται ακόμα και σήμερα πολλά παλιά μοντέλα σε αρκετά καλή κατάσταση στους δρόμους της Αθήνας. Ας δούμε μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά.

 

Renault 4

Μικρό και οικονομικό αυτοκίνητο που κατασκευάστηκε στη Γαλλία από την αυτοκινητοβιομηχανία Renault από το 1961 ως το 1992, γνωστό και ως Κατρέλ (Quatrelle). Ήταν τόσο δημοφιλές, που σε ορισμένες χώρες συνεχίστηκε η παραγωγή του έως το 1994 (π.χ. στη Σλοβενία). Το Renault 4 ήταν η προσπάθεια της εταιρείας να ανταγωνιστεί το δημοφιλές μοντέλο της Citroën Ντεσεβώ (2CV). Για αυτόν τον λόγο υιοθέτησε αρκετές καινοτομίες. Ήταν ένα ιδιαίτερα φθηνό αυτοκίνητο για την εποχή του και ήταν το δεύτερο όχημα της εταιρείας με κίνηση στους εμπρός τροχούς. Μάλιστα ήταν το πρώτο μη επαγγελματικό όχημα με αυτού του τύπου την κίνηση (μετά το βαν της Renault, το Estafette). Επειδή το συγκεκριμένο όχημα απευθυνόταν στον μέσο Ευρωπαίο της εποχής, βασικό χαρακτηριστικό έπρεπε να είναι η πρακτικότητα και η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη άνεση. Για τον λόγο αυτό υιοθετήθηκε ένα επίπεδο πάτωμα και ο χώρος αποσκευών έμοιαζε με τα σημερινά χάτσμπακ (hatchback), ώστε να υπάρχει πολύς διαθέσιμος χώρος, εντός του οχήματος, για τους επιβάτες και τις αποσκευές. Παράλληλα υιοθετήθηκε και μια αρκετά μαλακή ανάρτηση, ώστε το όχημα να είναι πολύ άνετο στον δρόμο και να αποσβένουν οι αναταράξεις. Αποτέλεσε μια τεράστια επιτυχία για τη Renault καθώς κατασκεύασε συνολικά 8.135.424 οχήματα μέχρι τη λήξη του κύκλου παραγωγής του το 1992.

Renault 5

To Renault 5 είναι ένα μικρό αυτοκίνητο που κατασκεύαζε η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία από το 1972 ως και το 1996. Η Renault παρήγαγε δύο μοντέλα του αυτοκινήτου το πρώτο από το 1972 ως το 1984 και το δεύτερο από το 1984 και έπειτα. Το πρώτο μοντέλο ήταν τρίθυρο χάτσμπακ (hatchback) ενώ το δεύτερο κυκλοφόρησε σε τρίθυρη και πεντάθυρη έκδοση. Εμπορικά ήταν ένα τρομερά επιτυχημένο αυτοκίνητο. Μάλιστα, το αρχικό μοντέλο ήταν σε όλη τη διάρκεια της παραγωγής του το πρώτο σε πωλήσεις αυτοκίνητο στη Γαλλία. Σε αυτό συνέβαλαν τόσο η προσιτή τιμή του όσο και η συμπεριφορά του στον δρόμο και η αξιοπιστία του. Συνολικά το Renault 5 είναι το πιο πετυχημένο γαλλικό αυτοκίνητο όλων των εποχών ως και σήμερα με πωλήσεις που φτάνουν τα 9 εκατομμύρια αυτοκίνητα. Αντικαταστάθηκε το 1996 από το νεότερο Renault Clio.

To Renault 5

Peugeot 403

Κατασκευάστηκε από την γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία Peugeot από το 1955 ως το 1966.  Ήταν ένα μεσαίο οικογενειακό αυτοκίνητο, που κυκλοφόρησε σε αρκετές εκδόσεις με πιο σημαντική εκείνη με τον κινητήρα πετρελαίου από το 1959 και έπειτα. Μάλιστα, ήταν το πρώτο μοντέλο της Peugeot που κατασκευάστηκε με κινητήρα πετρελαίου. Ήταν εφοδιασμένο με κινητήρες 1300 και 1450 κυβικών εκατοστών, στις εκδόσεις του βενζινοκινητήρα, ενώ ο κινητήρας πετρελαίου ήταν στα 1815 κυβικά εκατοστά. Το 1956 μάλιστα, κυκλοφόρησε και μια έκδοση καμπριολέ που έμεινε στη παραγωγή έως και το 1962. Παρά το γεγονός ότι το 403 βρέθηκε να ανταγωνίζεται σε πωλήσεις το φαινόμενο της εποχής, το Citroën DS, κατάφερε να κάνει μεγάλη εμπορική επιτυχία. Ήταν το πρώτο μοντέλο της εταιρείας που ξεπέρασε το 1 εκατομμύριο πωλήσεις και πιο συγκεκριμένα έφτασε τις 1.214.126. Ήδη από το 1960 η Peugeot κυκλοφόρησε το μοντέλο 404, που ήταν ο διάδοχος του 403. Ωστόσο, το 403 έμεινε σε παραγωγή ως και το 1966, εκτός από την έκδοση καμπριολέ, καθώς είχε πολύ μεγάλη αξιοπιστία και ήταν ένα φθηνότερο εναλλακτικό μοντέλο, για όποιον δε διέθετε τα χρήματα για το ακριβότερο 404.

To Peugeot 403

Πεζό 504 (Peugeot 504)

Το 504 είναι ένα μεσαίας κατηγορίας αυτοκίνητο που κατασκευαζόταν από τη Peugeot από το 1968 ως και, σε κάποιες χώρες, το 2006. Υπήρξαν πολλές εκδόσεις του μοντέλου, όπως το τετράθυρο σεντάν (sedan), το δίθυρο σπορ (coupé), το δίθυρο καμπριολέ (cabriolet) ως και σε μικρό φορτηγάκι, το οποίο είχε ικανότητα μεταφορας φορτίου 1,2 τόνων και το οποίο έμεινε στην παραγωγή από το 1970 ως και το 1980. Μηχανολογικά, το 504 ήταν διάσημο για το πολύ άκαμπτο και δυνατό του σασί, τις μεγάλες αναρτήσεις και το αρκετά προστατευμένο σύστημα μετάδοσης του οχήματος. Το αποτέλεσμα αυτών ήταν να είναι ιδιαίτερα αποδοτικό σε συνθήκες δρόμων με τραχύ οδόστρωμα και αυτός είναι ο κύριος λόγος που ήταν δημοφιλές σε χώρες χωρίς καλές οδικές υποδομές, όπως η λατινική Αμερική και οι χώρες της Αφρικής. Διέθετε κινητήρες βενζίνης και πετρελαίου σε διάφορες εκδόσεις, από 1600 έως και 2600 κυβικά εκατοστά, αναλόγως τον τύπο και την έκδοση. Εμπορικά, ήταν ένα πολύ επιτυχημένο αυτοκίνητο που το προτιμούσαν σε δύσκολες συνθήκες. Το 1969 μάλιστα έλαβε το βραβείο «Ευρωπαϊκό Αυτοκίνητο της Χρονιάς» (European Car of the Year), ενώ το 2013 η εφημερίδα Los Angeles Times το ονόμασε «Africa’s workhorce». Ο όρος «Workhorse» αποδίδεται στα ελληνικά ως «σκυλί στη δουλειά του» και οφείλεται στην αξιοθαύμαστη αξιοπιστία του και στην ικανότητά του να συνεχίζει να δουλεύει υπό αντίξοες συνθήκες. Συνολικά κατασκευάστηκαν στην Ευρώπη περισσότερα από 3 εκατομμύρια αυτοκίνητα ενώ παρήχθησαν, επιπλέον, πάνω από μισό εκατομμύριο στην Αφρική έως το 2006. Στην Ευρώπη κατασκευαζόταν στα εργοστάσια της Peugeot στη περιοχή Σοσώ (Sochaux) της Γαλλίας, στη Σετουμπάλ (Setúbal) της Πορτογαλίας και στο Βίγκο (Vigo) της Ισπανίας. Aντικαταστάθηκε από το Peugeot 505 το 1984.

Peugeot 104

Το Peugeot 104 είναι ένα μικρό αυτοκίνητο πού κατασκευάστηκε από τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία από το 1972 έως και το 1988. Στα 16 χρόνια κυκλοφορίας του κατασκευάστηκαν αρκετές διαφορετικές εκδόσεις του μοντέλου είτε ως τρίθυρο, είτε ως τετράθυρο είτε ως πεντάθυρο. Το 1973 μάλιστα, κυκλοφόρησε και μία σπορ (κουπέ) έκδοση του οχήματος που ήταν αρκετά δημοφιλής στην Ευρώπη. Ως ένα μικρό αυτοκίνητο πόλης ήταν εξοπλισμένο με τους βασικούς κινητήρες για αυτή την κατηγορία από 950 κυβικά εκατοστά έως 1300 κυβικά εκατοστά, που για την εποχή ήταν οι βασικοί κινητήρες για μοντέλα της συγκεκριμένης κατηγορίας. Όντας ένα από τα επιτυχημένα αυτοκίνητα της Peugeot, στα 16 χρόνια κυκλοφορίας του, έγιναν αρκετοί επανασχεδιασμοί του. Έτσι εκτός από το βασικό όχημα του 1972, σχεδιάστηκαν άλλες πέντε ανανεωμένες εκδόσεις μέχρι το 1983, ενώ παρήχθησαν και 1.000 οχήματα με το πρότυπο όνομα ΖS 2, μια σπορ έκδοση με κινητήρα 1300 κυβικών και 93 ίππων. Εμπορικά ήταν ένα από τα πιο επιτυχημένα αυτοκίνητα της δεκαετίας του 1970 στην Ευρώπη.

Citroën 2CV, Ντεσεβώ

Το Ντεσεβώ 2CV ήταν ένα μικρό οικογενειακό αυτοκίνητο της Citroën. Ήταν σε παραγωγή από το 1948 έως το 1990. Το όνομά του το πήρε από τη γαλλική έκφραση «Deux Chevaux Vapeur» (2 φορολογήσιμοι ίπποι) παρόλο που ο κινητήρας του είχε ισχύ 9 ίππων. Ανήκει σε εκείνη την κατηγορία αυτοκινήτων, τα οποία κυκλοφόρησαν από τα τέλη της δεκαετίας του 30 έως τις αρχές της δεκαετίας του 50 και έκαναν τεράστια εμπορική επιτυχία, ενώ διατηρήθηκαν στην παραγωγή για περισσότερο από 30 με 40 χρόνια. Αισθητικά, το 2CV είχε μία πολύ ιδιαίτερη σχεδίαση, η οποία παρέπεμπε στο αρχιτεκτονικό κίνημα Μπαουχάους (Bauhaus) της Γαλλίας του 20ού αιώνα και θεωρείται μέχρι σήμερα σχεδιαστικά, ένα από τα πιο όμορφα αυτοκίνητα όλων των εποχών. Μηχανολογικά, στόχος του αυτοκινήτου ήταν να  αντικαταστήσει τα κάρα και τα άλογα στη γαλλική επαρχία. Για τον λόγο αυτό διέθετε μία σειρά από σπουδαίες μηχανολογικές καινοτομίες. Η κίνηση ήταν στους εμπρός τροχούς καθώς και ο κινητήρας, ο οποίος ήταν ιδιαίτερα μικρός. Ήταν αυτοκίνητο με πολύ εύκολη την οδήγησή του, πράγμα καθόλου δεδομένο για την εποχή του. Διέθετε επίσης μπροστινά δισκόφρενα και ένα πρωτοποριακό για τα δεδομένα της εποχής σύστημα αναρτήσεων, το οποίο χαρακτηριζόταν από πολύ μαλακές αναρτήσεις ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί η κάκιστη κατάσταση των γαλλικών επαρχιακών δρόμων της εποχής. Πρόσφερε άνεση ακόμα και σε χωματόδρομους και λασπόδρομους. Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραγωγής του κατασκευάστηκαν περισσότερα από 3,8 εκατομμύρια οχήματα κατατάσσοντάς το ως το πρώτο αυτοκίνητο με κίνηση στους εμπρός τροχούς, που ξεπέρασε το 1 εκατομμύριο πωλήσεις. Αγαπήθηκε όσο λίγα αυτοκίνητα και δεν είναι απίθανο να το συνατήσει κανείς και ως έκθεμα σε μουσεία ντιζάιν αλλά και στα μήκη και τα πλάτη της Γης.

Το Ντεσεβώ

Citroën DS

Το Citroën DS ήταν ένα πολυτελές αυτοκίνητο της αυτοκινητοβιομηχανίας Citroën. Παρέμεινε σε παραγωγή από το 1955 έως το 1975. Το όνομά του προέρχεται από τα Γαλλικά Déessee (θεά). Στην Ελλάδα ήταν γνωστό και με το προσωνύμιο «ο βάτραχος». Παρόλο που οι πωλήσεις του δεν προσέγγισαν αυτές των μικρών μοντέλων, όπως το Fiat 500, Citroën 2CV και Mini, το Citroën DS αποτελούσε ένα εξαιρετικά δημοφιλές αυτοκίνητο της εποχής και ο λόγος που οι πωλήσεις του δεν έφτασαν εκείνες των μικρών οικογενειακών αυτοκινήτων ήταν κυρίως η πολύ υψηλή του τιμή. Το Citroën DS ήταν ένα αυτοκίνητο που απευθυνόταν κυρίως σε οικονομικά ευκατάστατους της εποχής. Πρωτοπορώντας, είχε έναν πολύ φουτουριστικό και αεροδυναμικό σχεδιασμό, γεγονός που το καθιστά αναγνωρίσιμο και μοναδικό έως και σήμερα. Μηχανολογικά, έφερε νέα δεδομένα στη κατασκευή των αυτοκινήτων καθώς διέθετε μία πληθώρα μοναδικών συστημάτων για την εποχή, όπως η υδροπνευματική ανάρτηση, το πολύ ξεχωριστό σύστημα διεύθυνσης, τα μπροστινά δισκόφρενα και τα κινούμενα φώτα. Με όλα αυτά τα συστήματα το DS μπορούσε να προσφέρει ανώτερη ποιότητα κύλισης στον δρόμο και ταυτοχρόνως πολύ μεγάλη άνεση στους επιβάτες. Ένα βασικό χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου αυτοκινήτου, το οποίο αποτέλεσε και αιχμή της διαφημιστικής καμπάνιας της πώλησής του ήταν πως είχε τη δυνατότητα να κινηθεί ακόμα και με τρεις ρόδες, στοιχείο σημαντικό καθώς τότε τα ελαστικά ήταν πολύ διαφορετικά από τα σημερινά και ήταν συχνό φαινόμενο να «σκάνε» και ο οδηγός να χάνει τον έλεγχο του οχήματος. Συνολικά στα 20 χρόνια της παραγωγής του κατασκευάστηκαν 1.455.746 οχήματα. Από το 1974 κιόλας το Citroën DS αντικαταστάθηκε από το Citroën CX. Το DS αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα της αυτοκίνησης του 20ού αιώνα και μάλιστα το 1999 κατέλαβε το 3ο βραβείο στη σχετική ψηφοφορία (Δεκέμβριος 1999, Λας Βέγκας, «Ψηφοφορία για το Αυτοκίνητο του Αιώνα»), πίσω από το μοντέλο Τ της Ford και το Mini.

Citroën GS

To GS είναι ένα μεσαίας κατηγορίας μοντέλο της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας, που κατασκευαζόταν από το 1970 ως και το 1986. Η ανάπτυξή του έγινε για να καλύψει η Citroën την έλλειψη ενός μοντέλου στη μεσαία κατηγορία τιμής και μεγέθους καθώς ως τότε κυκλοφορούσαν το 2CV και το DS, μόνο δηλαδή στη φτηνή και στην πολυτελή κατηγορία αντίστοιχα. Το μοντέλο είχε κινητήρες από 1015 ως και 1300 κυβικά εκατοστά, αν και γρήγορα ο πιο μικρός κινητήρας καταργήθηκε καθώς ήταν ανεπαρκής για το βάρος του αμαξώματος. Διέθετε δισκόφρενα, γεγονός ιδιαίτερο για την εποχή, την υδροπνευματική ανάρτηση του DS και έναν εντυπωσιακό πίνακα (καντράν) οργάνων με πολύ ιδιαίτερη σχεδίαση, τον λεγόμενο και «κίτρινο μάτι» (yellow eye). Βραβεύτηκε ως το αυτοκίνητο της χρονιάς για το 1971. Στην Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές όχημα αλλά και συνολικά διακρίθηκε ως ένα από τα πιο εμπορικά οχήματα της εταιρείας. Αντικαταστάθηκε σταδιακά από το Citroën BX ήδη από το 1982.

Citroën CX

Το Citroën CX (Σιτροέν Σε Εξ) είναι ένα πολυτελές αυτοκίνητο που κατασκευαζόταν από την γαλλική Citroën μεταξύ του 1974 και του 1991. Ήταν ένα ιδιαίτερα καινοτόμο όχημα τόσο τεχνολογικά όσο και σχεδιαστικά καθώς ήταν ο άμεσος απόγονος του θρυλικού DS και ως εκ τούτου ήταν αναγκαίο να διατηρήσει όλες τις ιδιαιτερότητες και αρετές που χαρακτηρίζουν την εταιρεία.

Αν και δεν ήταν τόσο εντυπωσιακό όσο ο προκάτοχός του, διέθετε όλα εκείνα τα αισθητικά στοιχεία που του χάριζαν μια ξεχωριστή ταυτότητα. Σχεδιαστικά, το αυτοκίνητο διατήρησε κάποια στοιχεία του παλιού DS αλλά είχε πιο σπορ σφηνοειδή σχεδίαση με καμπύλες στο πίσω μέρος. Το αποτέλεσμα αυτής της σχεδίασης ήταν πως οι μηχανική της Citroën κατάφεραν να μειώσουν τον αεροδυναμικό συντελεστή του αυτοκινήτου στον 0,36, που αποτελούσε  εντυπωσιακό νούμερο για την εποχή, αν αναλογιστεί κανείς πως δεν υπήρχαν λογισμικά σχεδιασμού και προσομοιώσεων. Το εσωτερικό ήταν εξίσου εντυπωσιακό και καινοτόμο με αποκορύφωμα τον θρυλικό πίνακα οργάνων της Citroën στη θέση του οδηγού, που θύμιζε πίνακα διαστημοπλοίου σε ταινία επιστημονικής φαντασίας.

Μηχανολογικά στα πλαίσια των πολλών καινοτομιών, που ήθελε να εισαγάγει η εταιρεία, χρησιμοποιήθηκε ένας περιστροφικός κινητήρας τύπου Βάνκελ. Μάλιστα, η ιδια η Citroën αποφάσισε να εξελίξει τους δικούς της περιστροφικούς κινητήρες έναν trirotor (με τρεις ρότορες), που θα απέδιδε 170 ίππους και έναν birotor (με δύο ρότορες), που θα απέδιδε 110 ίππους. Το πλεονέκτημα των παραπάνω κινητήρων ήταν το γεγονός πως οι περιστροφικοί κινητήρες Βάνκελ έχουν τη δυνατότητα να παράγουν πολύ παραπάνω ισχύ με αρκετά μικρότερο κυβισμό. Λόγου χάρη ο trirotor κινητήρας της Citroën είχε ισχύ 170 ίππων και κυβισμό 1.500 κυβικών εκατοστών ενώ, αν ήταν κινητήρας συμβατικής τεχνολογίας της εποχής, θα έπρεπε να είχε κυβισμό 3.000 κυβικών εκατοστών, ώστε να έχει την αντίστοιχη ιπποδύναμη. Επιπλέον, ο ήχος που παρήγαγε ο συγκεκριμένος κινητήρας Βάνκελ ήταν εφάμιλλος ενός αγωνιστικού V10.

Στα υπόλοιπα μηχανολογικά του συστήματα το CX είχε την κλασική υδροπνευματική ανάρτηση της Citroën ενώ μια ακόμη καινοτομία ήταν και το γεγονός πως η βάση του κινητήρα είχε ξεχωριστό πλαίσιο από το σασί για μεγαλύτερη μείωση των κραδασμών από τη μηχανή προς τη καμπίνα. Η τοποθέτηση του κινητήρα ήταν εγκάρσια καθώς είχε παρατηρηθεί πως η διαμήκη τοποθέτηση είναι πιο πιθανό να μετατοπίσει το κινητήρα προς τα πίσω σε περίπτωση μετωπικής σύγκρουσης. Μάλιστα ήταν ένα από τα πρώτα αυτοκίνητα που ακολούθησαν αυτή τη φιλοσοφία.

Η καμπίνα του ήταν ο περίφημος κλωβός ασφαλείας που αποτελούνταν από μια εξαιρετικά ανθεκτική καμπίνα ενώ το εμπρός μέρος είχε μεγάλες δυνατότητες παραμόρφωσης, για να απορροφά επαρκώς τη κρούση σε περίπτωση ατυχήματος. Είχε επίσης δισκόφρενα και στους 4 τροχούς, γεγονός σπάνιο για αυτοκίνητο εκείνης της εποχής.

Παρόλο που υπήρξε ένα απόλυτα επιτυχημένο τεχνολογικά αυτοκίνητο, η διεθνής συγκυρία (πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970) δεν το βοήθησε να έχει και αντίστοιχη εμπορική επιτυχία. Μάλιστα, λίγους μήνες πριν την επίσημη παρουσίαση του οχήματος, οι μηχανικοί της Citroën αναγκάστηκαν να αντικαταστήσουν τον περιστροφικό κινητήρα Βάνκελ, που ήταν ιδιαίτερα ισχυρός αλλά είχε και τεράστια κατανάλωση καυσίμου, με έναν τετρακύλινδρο κινητήρα μικρότερων διαστάσεων και μικρότερης κατανάλωσης. Οι μηχανικοί της εταιρείας προσπάθησαν να διαμορφώσουν το εμπρός μέρος, ώστε να μπορεί να φιλοξενήσει τον V6 κινητήρα των 2.700 κυβικών εκατοστών, που διέθετε η Citroën αντί του περιστροφικού Βάνκελ. Ωστόσο, επειδή οι περιστροφικοί κινητήρες ήταν μικρότεροι σε μέγεθος, δεν υπήρχε ο αναγκαίος χώρος για αυτόν τον μεγαλύτερο. Αυτό στοίχισε αρκετά στις πωλήσεις καθώς τα πολυτελή ανταγωνιστικά αυτοκίνητα, κυρίως των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών, είχαν κατά πολύ καλύτερες επιδόσεις από το CX με τον νέο του κινητήρα. Μάλιστα, τα αποτελέσματα από αυτή την ατυχία ήταν ολέθρια για την εταιρεία, η οποία κήρυξε πτώχευση το 1976.

Το 1975 το CX βραβεύτηκε ως το «Ευρωπαϊκό Αυτοκίνητο της Χρονιάς» λόγω των καινοτομιών του και του κόστους του για την κατηγορία του. Ως και σήμερα αποτελεί, για τους ιστορικούς, το τελευταίο αυθεντικό Citroën αυτοκίνητο καθώς ύστερα από την πτώχευση της εταιρείας αυτή εξαγοράστηκε από την Peugeot…

Η νέα εταιρεία της Citroën αντικατέστησε το μοντέλο, μετά το τέλος της παραγωγής του το 1991, με το νεότερο Citroën ΧΜ.

Citroën ΒΧ

Το μοντέλο ΒΧ είναι ένα μεσαίας κατηγορίας αυτοκίνητο που κυκλοφόρησε από το 1982 ως το 1993 από τη Citroën. Στα περισσότερα κράτη κυκλοφόρησε η βασική έκδοση των 1400 κυβικών εκατοστών, ωστόσο κυκλοφόρησαν και εκδόσεις με κινητήρες 1600 και 1900 κυβικών εκατοστών βενζίνης καθώς και εκδόσεις πετρελαίου 1800 και 1900 κυβικών εκατοστών. Αργότερα βγήκε σε παραγωγή και μια έκδοση με 16-βάλβιδο κινητήρα, η 1.9 GTi, καθιστώντας το ως το πρώτο γαλλικό αυτοκίνητο με 16-βάλβιδο κινητήρα. To BX είχε αξιοσημείωτο επίπεδο εξοπλισμού για τα δεδομένα της εποχής του και της κατηγορίας του. Από τις βασικές εκδόσεις προσέφερε συστήματα όπως: κλιματισμό, ηλεκτρικά παράθυρα, ηλεκτρικές κλειδαριές με κεντρικό κλείδωμα, φώτα ομίχλης και ABS. Επιπλέον διατήρησε όλες τις σχεδιαστικές καινοτομίες που είχε καθιερώσει η Citroën ήδη από την εποχή του DS. Εσωτερικά είχε μια πολύ φουτουριστική σχεδίαση με το κλασικό τιμόνι της Citroën που έφερε μια ακτίνα και τον πρωτότυπο πίνακα οργάνων του. Το μοναδικό μειονέκτημα του μοντέλου ήταν οι κινητήρες χαμηλής ισχύος, παρόλο το μεγάλο μέγεθός τους, γεγονός που οφειλόταν στο γαλλικό φορολογικό σύστημα, το οποίο φορολογούσε με την ιπποδύναμη.  Αντικαταστάθηκε το 1993 από το νεότερο μοντέλο Xanthia. Συνολικά κατασκευάστηκαν 2.315.739 αυτοκίνητα.

Pony

Το Citroën Pony είναι ένα μικρό τζιπ που σχεδιάστηκε από τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία από το 1973 έως και το 1983. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο του συγκεκριμένου αυτοκινήτου ήταν ότι η παραγωγή του έγινε στην Ελλάδα από την εταιρεία NAMCO. Ήταν ένα φτηνό αυτοκίνητο που βασίστηκε στη πλατφόρμα του κλασικου 2CV, έχοντας ωστόσο αμάξωμα κοντά σε αυτό του Citroën Acadiane, που ήταν άκαμπτο και σκληρό. Εξαιτίας της χαμηλής τιμής και της ανθεκτικότητάς του σε σκληρές συνθήκες χρήσης, χρησιμοποιήθηκε πολύ από επαγγελματίες. Πουλήθηκαν παγκοσμίως κοντά στις 30.000 αυτοκίνητα, τα μισά από τα οποία στην Ελλάδα. Η παραγωγή του σταμάτησε το 1983, ενώ στην Ελλάδα αντικαταστάθηκε το 1985 από το νεότερο μοντέλο της NAMCO, το Pony Super. 

To Πόνυ

Citroën HY Camionnette

Το Citroën HY Camionnette ήταν ένα επαγγελματικό βαν που κατασκευαζόταν από τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία από το 1947 ως και το 1981 στη Γαλλία και στο Βέλγιο. Κατασκευαστικά είχε ξεχωριστές εμπρός αναρτήσεις, κίνηση στους εμπρός τροχούς και ενιαίο σασί. Το αποτέλεσμα ήταν πως το πάτωμά του ήταν επίπεδο και μπορούσε, λόγω σχεδίασης, να βρίσκεται αρκετά κοντά στον δρόμο και να έχει αυξημένο ωφέλιμο φορτίο. Μηχανολογικά διέθετε τετρακύλινδρους κινητήρες βενζίνης και πετρελαίου από 1600 ως και 1950 κυβικά εκατοστά και κιβώτιο ταχυτήτων τριών σχέσεων. Με αυτόν τον εξοπλισμό το HY Camionnette έφτανε σε τελική ταχύτητα έως και τα 100 χιλιόμετρα ανά ώρα. Αποτέλεσε τεράστια εμπορική επιτυχία στην Ευρώπη. Οι χρήσεις του ήταν πολλές και ποικίλες. Χρησιμοποιήθηκε ως επαγγελματικό αυτοκίνητο, ασθενοφόρο, πυροσβεστικό όχημα, στην αστυνομία, στον στρατό ακόμα και ως περιφερόμενο «παγωτατζίδικο» στις γειτονιές των ευρωπαϊκών πόλεων. Σήμερα συναντάται συχνά στην Ευρώπη σε πολλά τουριστικά σημεία είτε ως καντίνα είτε ως αξιοθέατο.

Το συγκεκριμένο Citroën HY Camionnette είναι από τα παλαιά αποθέματα του ελληνικού στρατού και σήμερα υπηρετεί ως καντίνα έξω από το Πολεμικό Μουσείο της Αθήνας και πρόκειται για μετασκευασμένο μοντέλο ώστε να υπηρετήσει τον νέο του ρόλο        

Επίλογος

Πολλά από τα παραπάνω αυτοκίνητα δημιούργησαν τον χαρακτήρα της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας, ο οποίος θέτει ως στόχους την καινοτομία στον σχεδιασμο και τις μηχανολογικές καινοτομίες. Άλλωστε, ακόμα και σήμερα τα γαλλικά αυτοκίνητα είναι μερικά από τα πιο όμορφα και άνετα οχήματα στον δρόμο. Οι γαλλικές μάρκες έχουν τεράστια παράδοση άνω των 100 ετών στον σχεδιασμό αυτοκινήτων και έχουν εξελίξει μερικές από τις πιο σημαντικές τεχνολογίες, πράγμα που συνεχίζουν να κάνουν και σήμερα. Στην Ελλάδα τα γαλλικά αυτοκίνητα υπήρξαν και συνεχίζουν να είναι τρομερά δημοφιλή σε όλες τις ηλικίες και κοινωνικές τάξεις.

 

Πηγές

 

Ηλ. Ταχ.: [email protected]

Ευθύμης Κυρίκος

Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Ειδικός Αυτοματισμού και Ρομποτικής